Η δυσανεξία στη λακτόζη συνδέεται με χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D
Σύμφωνα με μία νέα μελέτη, οι άνθρωποι με δυσανεξία στη λακτόζη θα πρέπει να αυξήσουν την πρόσληψη των μη-γαλακτοκομικών τρόφιμων πλούσιων σε βιταμίνη D, αφού, όπως διαπιστώθηκε, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίζουν έλλειψη βιταμίνης D.
Η μελέτη αυτή, της οποίας συν-συγγραφέας είναι ο Ahmed El-Sohemy, καθηγητής διατροφής στο Πανεπιστήμιο της Ιατρικής Σχολής του Τορόντο στον Καναδά, δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο Journal of Nutrition.
Η δυσανεξία στη λακτόζη ορίζεται ως η αδυναμία του οργανισμού να απορροφήσει ένα σάκχαρο που βρίσκεται στα γαλακτοκομικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του γάλακτος, του βουτύρου και του τυριού.
Η δυσανεξία στη λακτόζη εμφανίζεται όταν το λεπτό έντερο αποτυγχάνει να παράγει επαρκείς ποσότητες λακτάσης, του ενζύμου δηλαδή που διασπά τη λακτόζη.
Εάν ένα άτομο με δυσανεξία στη λακτόζη καταναλώνει γαλακτοκομικά προϊόντα, μπορεί να νιώσει φούσκωμα, μετεωρισμό, διάρροια, ναυτία και κοιλιακό άλγος. Αυτά τα συμπτώματα συνήθως προκύπτουν περίπου 30 λεπτά έως 2 ώρες μετά την κατανάλωση λακτόζης.
Μία αιτία της δυσανεξίας στη λακτόζη είναι οι μεταλλάξεις στο γονίδιο LCT, το οποίο είναι το γονίδιο που ευθύνεται για την παραγωγή της λακτάσης.
Τα άτομα με δυσανεξία στη λακτόζη θα πρέπει να γνωρίζουν για τη δυνατότητα πρόσληψης βιταμίνης D
Από τα κλινικά αποτελέσματα 1.495 ανδρών και γυναικών που έλαβαν μέρος στην Διατροφογονιδιωματική έρευνα, ο El-Sohemy και οι συνεργάτες του διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι που εμφάνιζαν μεταλλάξεις του γονιδίου LCT είχαν χαμηλότερη πρόσληψη γαλακτοκομικών προϊόντων, σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό.
Τα άτομα με μεταλλάξεις του γονιδίου LCT είχαν επίσης χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, κάτι το οποίο, όπως υποστηρίζει η ερευνητική ομάδα, είναι πιθανό να οφείλεται στη μειωμένη πρόσληψη γαλακτοκομικών προϊόντων, δεδομένου ότι αυτά είναι συχνά εμπλουτισμένα με βιταμίνη D.
Η βιταμίνη D θεωρείται απαραίτητη για την απορρόφηση του ασβεστίου από το έντερο, γεγονός σημαντικό για την καλή υγεία των οστών. Η βιταμίνη D βοηθά επίσης στη λειτουργία του νευρικού συστήματος και βοηθά το σώμα να αντιμετωπίσει τα βακτήρια και τους ιούς.
Ο El-Sohemy και οι συνεργάτες του υποστηρίζουν ότι σύμφωνα με τα ευρήματά τους τα άτομα με δυσανεξία στη λακτόζη θα πρέπει να αυξήσουν την πρόσληψη της βιταμίνης D μέσω της μη-γαλακτοκομικών πηγών τροφίμων.
Διαβάστε επίσης
Πως επηρεάζει η ηλιοφάνεια και η βιταμίνη D τα επίπεδα της γονιμότητας σου;
Η Θαυματουργή Βιταμίνη D που δυστυχώς ξεχνάμε…
Ένα ακόμη συμπέρασμα που προκύπτει από τη μελέτη είναι ότι, τα άτομα με μόνο ένα μεταλλαγμένο αντίγραφο του LCT εμφανίζουν δυσανεξία στη λακτόζη, αλλά σε μικρότερο βαθμό από ότι τα άτομα με δύο μεταλλαγμένα αντίγραφα γονιδίων LCT.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι κλινικοί ορισμοί και οι γενετικές ταξινομήσεις που ισχύουν έως τώρα για τη δυσανεξία στη λακτόζη θα πρέπει να αναθεωρηθούν.