Νέα μελέτη παρουσιάζει ένα πιθανό αίτιο μειωμένου αριθμού ωαρίων στις ωοθήκες.
Σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Απριλίου του 2016 του FASEB Journal (Federation of American Societies for Experimental Biology), φαίνεται ότι πιθανή παχυσαρκία της μέλλουσας μητέρας και η κακή διατροφή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης επηρεάζουν τα αποθέματα των ωαρίων στις κόρες των γυναικών αυτών. Η ανακάλυψη αυτή είναι το πρώτο βήμα προς την δημιουργία προγεννητικών παρεμβάσεων για την προστασία της γονιμότητας των γυναικών που φαίνεται πως αναπτύχθηκαν σε δυσμενές, όχι φιλικό για το έμβρυο, περιβάλλον της μήτρας.
” Η υπογονιμότητα μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για τα άτομα και τις οικογένειες τους και η συγκεκριμένη μελέτη θα βοηθήσει να εντοπιστούν καλύτερα οι γυναίκες που βρίσκονται σε κίνδυνο να αντιμετωπίσουν προβλήματα με τη γονιμότητα τους,” δήλωσε η Catherine Aiken, MB / BChir, PhD., επικεφαλής της μελέτης αυτής. “Ελπίζουμε στο άμεσο μέλλον να είμαστε σε θέση να βρούμε τρόπους για να διατηρήσουμε τη μελλοντική γονιμότητα για τα παιδιά που αναπτύχθηκαν σε ένα ανεπαρκές όσον αφορά τη διατροφή περιβάλλον στη μήτρα.”
Για να κάνουν αυτή τη σημαντική ανακάλυψη, η dr Aiken και οι συνεργάτες της χρησιμοποίησαν ποντίκια που τρέφονταν είτε με φαγητά υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και υψηλής περιεκτικότητας σε ζάχαρη (που προκαλούν παχυσαρκία) ή που ακολουθούσαν μια κανονική υγιεινή διατροφή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Οι θηλυκοί απογόνοι όταν απογαλακτίζονταν, ακολουθούσαν αντίστοιχα ίδια δίαιτα παχυσαρκίας ή κανονική διατροφή. Τα αποτελέσματα έδειξαν χαμηλά αποθέματα ωαρίων σε όλες τις κόρες των οποίων οι μητέρες έτρωγαν μία υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και ζάχαρη διατροφή, ανεξάρτητα από τη διατροφή των απογόνων. Για να βρούνε την αιτία των χαμηλών αποθεμάτων των ωαρίων, οι ερευνητές εξέτασαν τις ωοθήκες και ανακάλυψαν αλλαγές που διαταράσσουν την κανονική προστασία των ωοθηκών και του αναπαραγωγικού συστήματος, από τις βλαβερές ελεύθερες ρίζες στις ωοθήκες, καθώς και την ομαλή παραγωγή ενέργειας.
Είναι ήδη γνωστό από καιρό ότι το ενδομήτριο περιβάλλον είναι ζωτικής σημασίας για τη μετέπειτα ανάπτυξη των απογόνων και ότι μία διατροφική στέρηση της μητέρας μπορεί να έχει πολύ αρνητικές συνέπειες για τους απογόνους. Ωστόσο, η μελέτη αυτή δείχνει ότι και η θερμιδική περίσσεια έχει επίσης αρνητικές επιπτώσεις και μάλιστα σε βαθμό που μειώνεται ακόμα και η ωορρηξία, με αποτέλεσμα να αποτελεί ένα διαγενεαλογικό ελάττωμα που θα είναι εξελικτικά σοβαρό. Αν και τα μοντέλα τρωκτικών μπορεί να είναι διαφορετικά, ωστόσο φαίνεται πολύ πιθανό αυτό το εύρημα να ισχύει και στον άνθρωπο, για αυτό και πρέπει τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης να ληφθούν πολύ σοβαρά.