Σκευάσματα τεστοστερόνης
Σύμφωνα με πρόσφατη ανακοίνωση της Ενδοκρινολογικής Εταιρείας των ΗΠΑ, η συνταγογράφηση και θεραπεία με σκευάσματα τεστοστερόνης σε υγιείς γυναίκες που δεν υποστηρίζεται από ιατρικά στοιχεία θα πρέπει να αποφεύγεται. Οι κλινικοί γιατροί πρέπει να απέχουν από μία πρακτική που δεν έχει αποδειχθεί για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της.
Η Ενδοκρινολογική Εταιρεία έχει εκδόσει μια νέα κλινική κατευθυντήρια γραμμή σχετικά με το θέμα αυτό σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει την συνήθη πρακτική τα τελευταία χρόνια να συνταγογραφείται off-label τεστοστερόνη σε γυναίκες με χαμηλά επίπεδα, αλλά που είναι κατά τα άλλα υγιείς.
Αυτό το οποίο διάφοροι ιατροί αναφέρουν ως “Σύνδρομο Ανεπάρκειας Ανδρογόνων”, σε κατά τα άλλα υγιείς γυναίκες, στην πραγματικότητα πρόκειται για μία κατάσταση όχι επαρκώς ιατρικά τεκμηριωμένη, καθώς τα στοιχεία που συνδέουν χαμηλά επίπεδα ανδρογόνων όπως η τεστοστερόνη, με διάφορες παθολογικές καταστάσεις ή συμπτώματα είναι ανεπαρκή.
Σύμφωνα λοιπόν με τους συγγραφείς της νέας αυτής οδηγίας, ενώ υπάρχει περιορισμένος αριθμός μελετών που υποδηλώνουν πως η θεραπεία με χορήγηση τεστοστερόνης σε γυναίκες στην εμμηνόπαυση, μπορεί να βελτιώσει τη σεξουαλική λειτουργία, τα ερωτήματα για πιθανά ωφέλη και παρενέργειες παραμένουν. Και αυτό γιατί η μη τεκμηριωμένη ιατρικά θεραπεία με τεστοστερόνη στις γυναίκες, μπορεί να οδηγήσει άμεσα σε ανεπιθύμητες παρενέργειες, όπως ακμή και υπερτρίχωση, ή μακροπρόθεσμα να έχει αρνητική επίδραση την υγεία του στήθους των γυναικών και το καρδιαγγειακό τους σύστημα. Έτσι λοιπόν, κι επειδή στη πλειοψηφία τους οι γυναίκες με χαμηλή τεστοστερόνη δεν παρουσιάζουν ανησυχητικά συμπτώματα, ο χαρακτηρισμός “σύνδρομο ανεπάρκειας ανδρογόνων” θα πρέπει να χρησιμοποιείται με πολύ μεγάλη προσοχή.
Κατά τον καθορισμό των κατευθυντήριων γραμμών, η Ενδοκρινολογική Εταιρία άφησε περιθώρια μονάχα για την εξής παθολογική κατάσταση: τη φαρμακευτική αντιμετώπιση της Διαταραχής Μειωμένης Σεξουαλικής Επιθυμίας στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα 3 έως 6 μηνών, η ελεγχόμενη χορήγηση τεστοστερόνης μπορεί να δοκιμασθεί για πιθανά ωφέλη υπέρ της ασθενούς.
Επίσης, μετά από αξιολόγηση σχετικά και με τη χρήση DHEA για παρόμοιο λόγο, όπως προκύπτει δεν υπάρχει σημαντικό όφελος όταν χορηγείται σε υγιείς γυναίκες ή ασθενείς με επινεφριδιακή ανεπάρκεια, για το λόγο αυτό και δε συνιστάται ως θεραπευτική αγωγή.
Το γενικό πάντως συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως χρειάζεται περισσότερη έρευνα προκειμένου να γίνει πλήρως κατανοητός ο ρόλος της τεστοστερόνης στις γυναίκες. Αυτό σημαίνει πως η χορήγηση τεστοστερόνης ή DHEA μπορεί κάποια στιγμή να είναι χρήσιμη, αλλά αυτό πρέπει να γίνει μόνο εφόσον υπάρχει ιατρικώς τεκμηριωμένη ένδειξη και έχει αποδειχθεί η ασφάλεια της χορήγησης αυτών των ορμονών μακροπρόθεσμα.
Σε κάθε περίπτωση, κάθε γυναίκα πρέπει να ελέγχεται για το ορμονικό της προφίλ και να υπάρχει μια ισορροπία. Μεταβολές στα πλαίσια των αλλαγών που κάθε γυναίκα αναμένεται να έχει καθώς μεγαλώνει πρέπει να αντιμετωπίζονται ως φυσιολογικές και η γυναίκα να ενθαρρύνεται για μια ολιστική προσέγγιση της υγείας της. Η χρήση σκευασμάτων που δεν έχει αποδειχθεί η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια τους θα πρέπει να αποφεύγεται.
[pullquote]
Για περισσότερες πληροφορίες:
Androgen Therapy in Women: A Reappraisal: An Endocrine Society Clinical Practice Guideline
[/pullquote]