Το τέλος της ανεπάρκειας των ωοθηκών και μια νέα υπόσχεση για γονιμότητα μετά από καρκίνο;
Κάθε χρόνο, σε παγκόσμιο επίπεδο, εκατομμύρια νέες περιπτώσεις καρκίνου διαγιγνώσκονται σε γυναίκες ηλικίας μεταξύ 25 και 50 ετών. Η θεραπεία τους συνήθως περιλαμβάνει χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία, με πιθανό αποτέλεσμα την υπογονιμότητα, λόγω επηρεασμού της μήτρας ή των ωοθηκών.
Πολλές από τις γυναίκες αυτές, βρίσκονται αντιμέτωπες με τον καρκίνο αλλά και την υπογονιμότητα, χωρίς να έχουν αποκτήσει παιδιά ή να έχουν επιλογές σχετικά με τη διατήρηση της γονιμότητας τους, εφόσον ολοκληρωθεί με επιτυχία η θεραπεία τους.
Μέχρι σήμερα, οι επιλογές σχετικά με την αποτελεσματική αντιμετώπιση ενός τόσο σημαντικού προβλήματος υγείας, με το δραματικό πραγματικά αντίκτυπο στην υπογονιμότητα, ήταν πραγματικά περιορισμένες, αν όχι ανύπαρκτες.
Περιορισμοί και νέα επιστημονικά δεδομένα
Η προτεραιότητα του θεράποντος ιατρού για την ασθενή που διαγνώσθηκε με καρκίνο, ήταν πάντα η άμεση θεραπευτική αντιμετώπιση του. Έτσι, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, η διατήρηση της γονιμότητας μίας γυναίκας που νόσησε, μέσω της κρυοσυντήρησης ωαρίων είτε, σε μικρότερο βαθμό, ωοθηκικού ιστού, δεν ήταν επιλογή επειδή ακριβώς δεν αποτελούσε ποτέ προτεραιότητα.
Οι περισσότεροι ογκολόγοι προτιμούν να μην καθυστερήσουν ούτε στιγμή τη θεραπεία ενός επιθετικού καρκίνου. Το ίδιο βέβαια, όπως είναι λογικό, επιθυμούν και οι ίδιοι οι ασθενείς, να προχωρήσουν άμεσα στη θεραπεία τους. Πολλές φορές μάλιστα μία θεραπεία μπορεί να ξεκινήσει χωρίς η ασθενής να έχει ενημερωθεί ή να γνωρίζει με λεπτομέρεια τις όποιες παρενέργειες της θεραπείας της.
Στην περίπτωση που χρησιμοποιείται χημειοθεραπεία, ο κίνδυνος ανεπάρκειας των ωοθηκών μετά τη θεραπεία είναι ιδιαίτερα υψηλός. Αυτή η μορφή ωοθηκικής ανεπάρκειας που προκαλείται ως αποτέλεσμα της χημειοθεραπείας, συνήθως αποτελεί μόνιμη βλάβη, και πιθανές μέθοδοι που ίσως καταφέρουν να αναστρέψουν αυτή τη διαδικασία δεν έχουν διερευνηθεί σε βάθος. Σε αντίθεση με τους άνδρες, οι οποίοι παράγουν σπέρμα σε όλη τη ζωή τους, οι γυναίκες γεννιούνται με όλα τα ωάρια τους και, αν κάτι συμβεί και καταστραφούν, η στειρότητα και η πρόωρη εμμηνόπαυση είναι αναπόφευκτες.
Αυτός είναι ο λόγος που μια πρόσφατη μελέτη σε ποντίκια, η οποία αυξάνει την πιθανότητα αποκατάστασης της λειτουργίας των ωοθηκών μετά από χημειοθεραπεία, θα μπορούσε να αποτελέσει την ελπίδα για τα εκατομμύρια των γυναικών σε όλο τον κόσμο με ωοθηκική ανεπάρκεια μετά από θεραπεία για καρκίνο ή από άλλες αιτίες.
Ερευνητές από τo Mansoura Medical School στην Αίγυπτο και τo Georgia Medical School στην Augusta των ΗΠΑ, έδειξαν ότι μεσεγχυματικά βλαστικά κύτταρα από τον ανθρώπινο μυελό των οστών, όταν εγχέονται απευθείας σε ωοθήκες ποντικών μετά από χημειοθεραπεία είναι σε θέση να “επισκευάσoυν” τις βλάβες στο αναπαραγωγικό ιστό και να αποκαταστήσουν τη γονιμότητα.
Η μελέτη παρουσιάστηκε στο 71ο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Αναπαραγωγικής Ιατρικής (ASRM) στη Βαλτιμόρη λίγες ημέρες πριν.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, τα ποντίκια που έλαβαν τα ενήλικα βλαστικά κύτταρα, κατά κάποιο τρόπο «ανάρρωσαν» από την κατάσταση της ωοθηκικής ανεπάρκειας και στις ωοθήκες τους αναπτύχθηκαν ωάρια. Αυτό φάνηκε και από την αύξηση της Αντιμυλλέριου ορμόνης ΑΜΗ, αύξηση που σχετίζεται άμεσα με τα αναπτυσσόμενα ωοθυλάκια και την «επιστροφή» των ωοθηκών στην κανονική λειτουργία.
Εκτός από τη σημαντική βοήθεια για τις γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία του καρκίνου, η ανάπτυξη ωοθυλακίων μετά από έγχυση βλαστικών κυττάρων θα μπορούσε επίσης να συμβάλλει θετικά στην αποκατάσταση της ωοθηκικής γήρανσης και να βοηθήσει σε πολλές από τις περιοριστικές για τη ζωή παθήσεις μετά την εμμηνόπαυση όπως η οστεοπόρωση και οι καρδιοπάθειες.
Η έρευνα αυτή είναι πραγματικά πρωτοποριακή, και αποδεικνύει τη δύναμη των βλαστικών κυττάρων στην αναγεννητική ιατρική. Προτού όμως αποτελέσει ακόμα ένα “προϊόν” που υπόσχεται τη θεραπεία για κάθε μορφής ωοθηκική ή άλλη γήρανση, ανεξάρτητα από που προέρχεται, η ιατρική κοινότητα έχει καθήκον να παρέχει αποδεικτικά στοιχεία από μελέτες σε ανθρώπους, και αυτό γιατί η ιατρική έρευνα σε ποντίκια, δεν μεταφράζεται πάντα σε παρόμοια αποτελέσματα στους ανθρώπους. Για να μην αναφερθώ στο γεγονός ότι, όσον αφορά την ασφάλεια της μεθόδου, θα πρέπει να υπάρξουν ακόμα περισσότερα δεδομένα σε παρόμοιες μελέτες σε ποντίκια, πριν την όποια εφαρμογή στον άνθρωπο.
Υπάρχουν και άλλα θέματα που προκύπτουν από αυτή την έρευνα. Η πρόθεση για την αποκατάσταση της ωοθηκικής λειτουργίας οφείλει να είναι σαφής. Πρέπει να γίνει για να δοθεί έστω μία πιθανότητα σε αυτές τις γυναίκες να αποκτήσουν ένα μωρό με δικό τους γενετικό υλικό, ή για να προστατευτούν από τις παρενέργειες μιας “οδυνηρής” πρόωρης εμμηνόπαυσης, όπως η οστεοπόρωση ή η καρδιακή νόσος. Ή μήπως και τα δύο.
Και αν το κάνουμε στα πλαίσια αποκατάστασης της γονιμότητας, πότε και με ποιον τρόπο θα είμαστε σίγουροι πως η τεχνική αυτή είναι ασφαλής και δεν θέτει σε κάποιο κίνδυνο την υγεία των παιδιών που θα γεννηθούν;
Οι επιστημονικές εξελίξεις με τη βοήθεια της ραγδαίας ανάπτυξης της βιοτεχνολογίας είναι πραγματικά συγκλονιστικές.
Είναι όμως σήμερα όσο ποτέ, επιτακτική και η ανάγκη να είμαστε ταπεινοί απέναντι στις ανακαλύψεις αυτές και να εξετάζουμε προσεκτικά τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που μπορεί κάθε νέα μέθοδος όπως αυτή να προσφέρει σε εκατομμύρια γυναίκες παγκοσμίως.